безветрие - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

безветрие - translation to πορτογαλικά


безветрие      
calmaria (f)
calmo         
штиль, безветрие (по шкале Бофорта)
bonança         
PÁGINA DE DESAMBIGUAÇÃO
Bonança
штиль, затишье, безветрие

Ορισμός

безветрие
ср. или безветрица жен. отсутствие ветра, тишина, тишь, затишь, мор. штиль. Безветренный, тихий, затишный. Безветренный день; безетренное место. Безветренность жен. состояние безветрия, затиши. Безветрильный, беспарусный. Безветрить кого (обезветрить) лишать ветра; безветреть, лишаться ветра; безл. о погоде: делаться затиши.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για безветрие
1. В парусных видах спорта безветрие - ситуация штатная.
2. В воздухе царит безветрие, и потому в парке очень тихо.
3. Л.). Идешь по прекрасному городу, снег, тихая погода, безветрие...
4. А у тебя нет ощущения, что сейчас в театре безветрие?
5. Он побурел, покрылся желудями и скрипит даже в безветрие.